Ο Κωνσταντίνος Καρέτσας συνεχίζει να αποτελεί ένα από τα πιο πολυσυζητημένα ταλέντα της Ευρώπης, με την εκτόξευσή του μέσα στο 2025 να έχει τραβήξει τα βλέμματα κορυφαίων συλλόγων. Σε ηλικία μόλις 18 ετών, ο εξτρέμ της Γκενκ έχει ήδη αφήσει το στίγμα του τόσο στο βελγικό πρωτάθλημα όσο και στην Εθνική Ελλάδας, κουβαλώντας προσδοκίες πολύ μεγαλύτερες από την ηλικία του.

Στη μεγάλη συνέντευξη που παραχώρησε στο «The Athletic», ο Καρέτσας μίλησε τόσο για την πορεία του ως τώρα, όσο και για τον τρόπο που αντιλαμβάνεται το παιχνίδι, τη φιλοσοφία του, τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας νεαρός ποδοσφαιριστής, αλλά και τις αρχές που τον οδηγούν.

Τα πρώτα βήματα και η εξέλιξη

Ο Καρέτσας, που έχει εξελιχθεί σε βασικό κομμάτι της Γκενκ και έγινε ο νεότερος σκόρερ στην ιστορία του βελγικού ποδοσφαίρου, παραδέχεται ότι η πρόοδός του δεν ήταν τυχαία. Σύμφωνα με τον ίδιο, όλα έγιναν βάσει προσεκτικού σχεδιασμού:

«Με τον πατέρα μου χαράξαμε με ακρίβεια τη διαδρομή μου. Πρώτα να καθιερωθώ στο Βέλγιο και μετά να πάω σε μια ομάδα, φέτος, του χρόνου, θα δούμε. Αλλά πηγαίνει όπως το σχεδιάσαμε», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Παρά το ότι βρίσκεται στο στόχαστρο μεγάλων συλλόγων, ο νεαρός εξτρέμ δηλώνει ανοιχτός για το μέλλον:

«Δεν έχω κάποια προτίμηση. Με τη σωστή νοοτροπία, μπορώ να τα καταφέρω παντού. Αν έπρεπε να διαλέξω, προτιμώ τη La Liga, αλλά θα πήγαινα οπουδήποτε, σε οποιονδήποτε μεγάλο σύλλογο. Εξαρτάται από το τι θα υπάρξει εκείνη τη στιγμή», τόνισε.

Αλλαγή νοοτροπίας και προσωπική εξέλιξη

Παραδέχεται ότι το διάστημα που έμεινε στον πάγκο αποτέλεσε σημείο καμπής στην ψυχολογία του:

«Άλλαξα τη νοοτροπία μου. Από το να είμαι εντάξει με το να είμαι μέτριος, στο να θέλω να είμαι ο καλύτερος», εξηγεί.

Παράλληλα, αναφέρεται σε μια πραγματικότητα που συχνά δεν φαίνεται στο κοινό μάτι:

«Στο ποδόσφαιρο έχεις 60% κακές στιγμές και 40% καλές. Αλλά οι καλές δεν συγκρίνονται. Για αυτό στις κακές πρέπει απλώς να συνεχίζεις», λέει.

Η οικογένεια και οι ρίζες του

Με έντονη συγκίνηση μίλησε για τους γονείς του και τον 12χρονο αδελφό του, ο οποίος ακολουθεί τα βήματά του στις ακαδημίες της Γκενκ:

«Έκαναν θυσίες. Είχα την καλύτερη παιδική ηλικία. Ο αδερφός μου είναι πιο ψηλός, πιο δυνατός, πιο γρήγορος από μένα στα 12. Ελπίζω να γίνει ακόμη καλύτερος».

Όσο για την επιλογή του να φορέσει τη φανέλα της Ελλάδας, την περιγράφει ξεκάθαρα ως απόφαση καρδιάς:

«Κάθε φορά που έπαιζα με το Βέλγιο ένιωθα τιμή, αλλά υπήρχε πάντα ένα περίεργο συναίσθημα. Ήξερα ότι νιώθω περισσότερο Έλληνας».

Το στιλ παιχνιδιού, η τεχνική και τα είδωλα

Από μικρός είχε ταυτιστεί με τους μεγάλους dribblers του αθλήματος, κάτι που τον οδήγησε να αγαπήσει την δημιουργία:

«Η ασίστ μου δίνει μεγάλη χαρά… Το γκολ είναι ασύγκριτο, αλλά η ασίστ αξίζει το ίδιο», αναφέρει.

Μιλώντας για τους παίκτες που τον ενέπνευσαν, θυμάται τα πρώτα του χρόνια:

«Από τότε που περπατούσα, είχα μπάλα στα πόδια. Ο πατέρας μου με ενθάρρυνε. Έβλεπα Μέσι, Ροναλντίνιο, Νεϊμάρ, Ρονάλντο “Φαινόμενο”, και μετά έβγαινα να γίνω ο εαυτός μου».

Και για το στοιχείο που τον χαρακτηρίζει περισσότερο:

«Οι περισσότεροι προπονητές μου έλεγαν να σταματήσω τη ντρίμπλα. Ο πατέρας μου είπε: “Μην το κάνεις ποτέ”. Και δεν το έκανα. Αν το προσπαθήσεις τρεις φορές και αποτύχεις, αλλά την τέταρτη η ομάδα σκοράρει, κανείς δεν θυμάται τις άλλες τρεις. Δεν μπορώ τη ρομποτική μπάλα. Η δημιουργικότητα είναι αυτό που κάνει το ποδόσφαιρο όμορφο».

Ο Καρέτσας αποδεικνύει ότι δεν είναι απλώς ένα ακόμη ταλέντο, αλλά ένας ποδοσφαιριστής με ωριμότητα, ταυτότητα και ξεκάθαρη αγωνιστική φιλοσοφία. Και καθώς ήδη κορυφαίοι ευρωπαϊκοί σύλλογοι τον έχουν στο μικροσκόπιο, ο δρόμος που ανοίγεται μπροστά του μοιάζει εξίσου λαμπρός με το ταλέντο του.