Η συνάντηση Πούτιν – Ζελένσκι φαίνεται να προετοιμάζεται πυρετωδώς, όμως τα θεμέλιά της παραμένουν ασταθή. Παρά τις εντατικές επαφές των τελευταίων ημερών, από τη Σύνοδο της Αλάσκας μέχρι τις συναντήσεις στον Λευκό Οίκο, η πρόοδος στα κρίσιμα ζητήματα: εκεχειρία, εγγυήσεις ασφαλείας και εδαφικές διευθετήσεις – είναι περισσότερο φαινομενική παρά ουσιαστική.
Ο Ντόναλντ Τραμπ, μετά τις διαδοχικές συναντήσεις με Πούτιν και Ζελένσκι, δηλώνει πως η απευθείας συνάντηση των δύο ηγετών μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς τη δική του παρουσία. «Θέλω να δω τι θα συμβεί», σημείωσε, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να παρέμβει εφόσον οι συνομιλίες δεν αποδώσουν.
Που θα γίνει η συνάντηση Πούτιν – Ζελένσκι
Οι ΗΠΑ εξετάζουν τη διεξαγωγή της συνάντησης σε ουδέτερο έδαφος, με τη Βουδαπέστη και την Ελβετία να προβάλλουν ως πιθανές τοποθεσίες. Ωστόσο, πίσω από τη διπλωματική κινητικότητα, τα αγκάθια παραμένουν.
Η Ουκρανία δείχνει διστακτικά ανοικτή στο να διαπραγματευτεί χωρίς προηγούμενη εκεχειρία. Μια εξέλιξη που εξυπηρετεί τις επιδιώξεις της Μόσχας, η οποία προτιμά τις συνομιλίες ενώ συνεχίζονται οι στρατιωτικές πιέσεις στο πεδίο.
Ταυτόχρονα, το αμερικανικό σχέδιο που συζητείται περιλαμβάνει ισχυρές εγγυήσεις ασφαλείας προς την Ουκρανία. Η πρόταση προβλέπει ανάπτυξη δυτικών στρατιωτικών δυνάμεων, όχι όμως Αμερικανών στρατιωτών. Το στοιχείο αυτό ήδη προκαλεί αντιδράσεις από τη Μόσχα, η οποία απορρίπτει οποιαδήποτε ΝΑΤΟϊκή παρουσία εντός ουκρανικών συνόρων.
Τα εδαφικά ζητήματα
Το πλέον ακανθώδες ζήτημα παραμένει το εδαφικό. Οι ΗΠΑ φέρονται να πιέζουν για μια άτυπη αποδοχή της ρωσικής κατοχής σε περιοχές όπως το Ντονμπάς και η Ζαπορίζια, με στόχο την αποσυμφόρηση της σύγκρουσης. Η Μόσχα ωστόσο επιδιώκει νομική κατοχύρωση των εδαφικών κεκτημένων της, συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας, κάτι που το Κίεβο απορρίπτει κατηγορηματικά.
Παρά την εμφανή διπλωματική κινητοποίηση, το χάσμα ανάμεσα στις θέσεις των δύο πλευρών παραμένει βαθύ. Η συνάντηση (αν τελικά πραγματοποιηθεί) ενδέχεται να αποδειχθεί περισσότερο συμβολική παρά καθοριστική, με τον Ντόναλντ Τραμπ να καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα σε γεωπολιτικές πιέσεις και την επιθυμία του να παρουσιάσει μια γρήγορη «νίκη» στην εξωτερική πολιτική.